Τρίτη και τρεις // σκόρπιες σκέψεις όλες
για σένα // πανσέληνος απόψε // Κλωθώ,
Λάχεσις και Άτροπος // πάντα τρεις-τρεις
// σ’ακολουθούν άνθρωπε, οι θεές Μοίρες
// ήρθε ο Ιούλιος // κι ακόμα δεν πήρες
χαμπάρι ότι πέρασε ο Ιούνης.
Ιστορία πρώτη // μάλλον το καλοκαίρι ο
χρόνος κυλάει γρηγορότερα // όχι οτί
έχει σημασία // χρειάστηκε λέει να
εμβολιάσουμε άλλο ένα δευτερόλεπτο
στην αλλαγή του μήνα που πέρασε // μια
χάι τεκ διόρθωση που εφαρμόζει αυτός ο
πολιτισμός από το 1972 // για να συντονιστούμε
με την κοσμική αρμονία του σύμπαντος >
και να μην είμαστε ζώα // κάπως έτσι
άλλωστε προσθέτουμε κάθε τέσσερα χρόνια
// τα περίφημα δίσεκτα // μιά έξτρα ημέρα
στον Φεβρουάριο // για να μην πηγαίνει
κατα διαόλου το ημερολόγιο του
γρηγοριανοπίθηκου // και μετά δεν θα σου
βγαίνει ούτε αστεράκι στα ζώδια // τα
ορθόδρομα και τα ανάδρομα // τώρα για τα
αμφίδρομα > δεν γνωρίζω.
Ενώ η Κλωθώ ξετυλίγει το κουβάρι της //
το νήμα της ζωής που γνέθει // κάνει
κύκλους γύρω απ’το φεγγάρι // και
προσγειώνεται πάνω σε μια σκεπή
εργοστασίου παραγωγής μποζονίων // σε
μια αδιάφορη ευρωπαϊκή χώρα > Κοιτάζει
ψηλά // προς τον Υδροχόο //
χαμογελά και ψιθυρίζει: “η γη ανθίζει
// και γεννά.”
Ιστορία δεύτερη // στα πεζοδρόμια //
συναντιόνται καθημερινά τρομαγμένα
βλέμματα // με άκρα φυσικότητα και με
περίσιο ενδιαφέρον διά ανάλυση >
ανταλλάζουν ποτισμένους φόβους σε
μορφή ερωτήσεων και αναστεναγμών //
ανθρώπινη φύση, φυσικά // ο φόβος //
και όχι πια για τις κατσαρίδες, τα
μεγαλύτερα ζώα και ανθρωποειδή, ή το
σκοτάδι μέσα στην ντουλάπα // μα για
αυτό που έρχεται αύριο // την αναπόφευκτα
αβέβαιη // εξασφάλιση της τροφής και της
στέγης // ο φόβος του βιοπορισμού // “τι
θα φάμε αύριο? // θα φάμε όπως τρώγαμε
χθες? // μπορεί η οικογένεια να την κάνει
μπάλα την κοιλιά? ή θα πρέπει να τρώμε
ένας ένας και ανά διήμερο, για να μην
σωθούν τα φασόλια? // και το νοίκι? το
νοίκι πως θα το εξασφαλίσουμε?” // ω, και
τι ευκολία σε καπιταλισμό να πνίξεις
τον φόβο // με χίλια σήριαλ, χίλια
υπερθεάματα // με ποτά και με τσιγάρα >
σε συνθήκες κρίσης // καταναλώνουμε
πάντα περισσότερο.
Κατά τον Ξενοκράτη // η Λάχεσις ενυπάρχει στην φαντασία // είναι η θεότητα που ο καθένας μπορεί να στοχαστεί // και να περιμένει κάτι από αυτή > Κατά τον Κοέλιο, όταν επιθυμείς κάτι πάρα πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις // για την Λάχεσι θα μίλαγε // υπακούοντας επιθυμίες θα βρέθηκε και το μποζόνιο στο σερν // και η χρυσαυγή στο κυνοβούλιο // όχι ότι έχει σημασία // καλή μου, απλή μου, ανθρώπινη περιέργεια // που ίσως το σύμπαν μια μέρα σου αποδείξει // ποίο είναι το ζώδιον // το σπονδυλωτό, το θηλαστικό // που του αρέσκεται στο να φοβάται // να ελπίζει // και να περιμένει την ελευθερία να πέσει απ'το ταβάνι.
Την ίδια στιγμή, πέρα απ’την λογική //
σε μια σκοτεινή διάσταση πάνω από την
τέταρτη // όπου η Λάχεσις ζυγίζει και
τυλίγει // ζυγίζει και τυλίγει // μετράει
δίπλα σου // σε αστρικά εκατοστά // την
συμπεριφορά // το διάβα σου // κάθε στιγμή
που περιφέρεσαι στον τρισδιάστατο χώρο.
Ιστορία τρίτη // σε ένα δρόμο ένα βράδυ
// ανάμεσα μας // κάποιος πεισματάρης
φώναξε // “αυτό που είμαι και πιστεύω
// δεν υπάρχει ως κόμμα να το ψηφίσω // να
κυβερνήσει το νησί αυτό // την χώρα μου
// να μου δίνει δουλειά > για να παίρνω
τροφή // κι έχω τρία παιδιά // να χαζεύω
στην πόλη και να χαμογελώ στους γύρω
μου // να μην φοβάμαι κανέναν και τίποτα
// και σε δεύτερο χρόνο να μπορώ να θωρώ
// ένα ωραίο τοπίο, μα είναι θαύμα η γη
// και για αυτήν είμαι εδώ, να την υπηρετώ
// να την σκάβω, να την ποτίζω // να δημιουργώ
// να παράγω // και να είμαι πολίτης σε
ένα τόπο ιερό // με αγάπη, με πίστη,
σεβασμό και ψυχή // και προς πάσα κατεύθυνση
// να το φωνάξω δυνατά // να διορθώσω το
πιθανό μέλλον // που με κρατάει πίσω.”
Τότε κάποιος τρομαγμένος // τον πυροβόλησε
από την απέναντι ταράτσα // Έτσι απρόσμενη
// και χωρίς τρόπους // η Άτροπος // με το
αμετάκλητο ψαλίδι της // ο μεγαλύτερος
φόβος // που ανάγκασε το ζώο // πολλάκις
στο παρελθόν // να τείνει ξανά // προς την
ελευθερία // και σήμερα στους δρόμους
// σε κάθε δρόμο του κόσμου // οι πεισματάρικες
φωνές γίνονται περισσότερες // και το
πείσμα // ως πεπρωμένο της εξέλιξης του
ζωδίου > φυγείν αδύνατον.